ΑΡΤΗΡΙΑΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ

Α. Περιφερική αγγειοπάθεια ή περιφερική αρτηριακή νόσος (ΠΑΝ)

Η περιφερική αρτηριακή νόσος (ΠΑΝ) ή περιφερική αγγειοπάθεια είναι μια συχνή αλλά συχνά υποδιαγνωσμένη πάθηση, που επηρεάζει την αιματική ροή προς τα κάτω άκρα. Προκαλείται από στένωση ή απόφραξη των αρτηριών, συνήθως λόγω αθηροσκλήρωσης, και μπορεί να προκαλέσει πόνο στο περπάτημα, μυϊκή αδυναμία, αλλοιώσεις στα δάκτυλα και σε προχωρημένες μορφές, ακόμα και ισχαιμικά έλκη ή γάγγραινα. Η έγκαιρη διάγνωση και αγγειοχειρουργική αντιμετώπιση μπορεί να αποτρέψει σοβαρές επιπλοκές και σε αρκετές περιπτώσεις να προλάβει ακόμα και τον ακρωτηριασμό.

Τι είναι η περιφερική αρτηριακή νόσος (ΠΑΝ);

Η ΠΑΝ είναι αποτέλεσμα της στένωσης ή απόφραξης των αρτηριών των κάτω άκρων λόγω της δημιουργίας αθηρωματικής πλάκας. Οι αρτηρίες γίνονται στενότερες και λιγότερο ελαστικές, με συνέπεια την ανεπαρκή παροχή αίματος στους μυς των ποδιών – ιδιαίτερα όταν αυτοί καταπονούνται (π.χ. βάδισμα).
Η πιο συχνή μορφή είναι η αποφρακτική νόσος των κάτω άκρων, που αφορά κυρίως τις μηριαίες, ιγνυακές και κνημιαίες αρτηρίες.

Πόσο συχνή είναι η νόσος;

Η ΠΑΝ επηρεάζει περίπου 10% των ανθρώπων άνω των 60 ετών, με τη συχνότητα να αυξάνεται σημαντικά με την ηλικία. Πολλοί ασθενείς δεν έχουν εμφανή συμπτώματα ή τα αποδίδουν απλώς σε “κουρασμένα πόδια”. Αυτό οδηγεί σε καθυστέρηση διάγνωσης, με αποτέλεσμα να εντοπίζεται συχνά όταν η νόσος είναι ήδη προχωρημένη.

Ποια είναι τα αίτια και οι παράγοντες κινδύνου;

Η ΠΑΝ οφείλεται σε προοδευτική αθηροσκλήρωση, όπως και η στεφανιαία και η καρωτιδική νόσος. Οι κύριοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:
• Κάπνισμα (ο σημαντικότερος παράγοντας)
• Αρτηριακή υπέρταση
• Υπερχοληστερολαιμία
• Σακχαρώδης διαβήτης
• Καθιστική ζωή
• Παχυσαρκία
• Ηλικία >60 έτη
• Ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου ή εγκεφαλικού
• Πολλοί ασθενείς με ΠΑΝ έχουν ταυτόχρονα στεφανιαία νόσο ή στένωση καρωτίδων.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι η διαλείπουσα χωλότητα: πόνος ή κράμπες στα πόδια (συνήθως στις γάμπες) κατά το βάδισμα, που υποχωρούν με την ανάπαυση. Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
• Ψυχρότητα στα πόδια ή στα δάκτυλα
• Μειωμένοι σφυγμοί στα άκρα
• Αλλαγές στο χρώμα του δέρματος (ωχρότητα ή κυάνωση)
• Μειωμένη τριχοφυΐα, εύθραυστα νύχια
• Καθυστερημένη επούλωση τραυμάτων
• Άλγος ηρεμίας (νυχτερινός πόνος στα πέλματα)
• Έλκη ή γάγγραινα
• Σε προχωρημένο στάδιο: απειλή για απώλεια του άκρου

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση βασίζεται στον συνδυασμό κλινικής εξέτασης και απεικονιστικών εξετάσεων:
• Ψηλάφηση σφυγμών στα πόδια και ακρόαση για φυσημάτων
• Σφυροβραχιόνιος Δείκτης (Ankle-Brachial Index (ABI): απλή και ανώδυνη μέτρηση της πίεσης στον αστράγαλο σε σύγκριση με το βραχίονα
• Triplex κάτω άκρων: υπερηχογράφημα Doppler που δείχνει τη ροή του αίματος και τη θέση της στένωσης ή απόφραξης
• Αξονική ή Μαγνητική Αγγειογραφία: για χαρτογράφηση των αρτηριών σε πιο σύνθετες περιπτώσεις

Ποιες είναι οι θεραπευτικές επιλογές;

Η αντιμετώπιση στοχεύει σε:
• Ανακούφιση των συμπτωμάτων
• Βελτίωση της ποιότητας ζωής
• Πρόληψη του ακρωτηριασμού
• Μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου

Συντηρητική (μη επεμβατική) αντιμετώπιση:

Διακοπή καπνίσματος – απαραίτητη για την επιβράδυνση της νόσου
• Βελτίωση φυσικής δραστηριότητας: βάδισμα 30–45 λεπτά, 3–5 φορές/εβδομάδα
• Φαρμακευτική αγωγή:
⎫ Αντιαιμοπεταλιακά (π.χ. ασπιρίνη, κλοπιδογρέλη)
⎫ Στατίνες
⎫ Αντιυπερτασικά
⎫ Φάρμακα που βοηθούν στη βάδιση (cilostazol)

Επεμβατική αντιμετώπιση:

Ενδείκνυται σε:
  • Προχωρημένη ισχαιμία (άλγος ηρεμίας ή έλκη)
  • Ανεπαρκής ανταπόκριση σε συντηρητική θεραπεία
  • Σημαντικό λειτουργικό περιορισμό
Α. Ενδαγγειακή αντιμετώπιση ⎫ Αγγειοπλαστική με μπαλόνι ή/και τοποθέτηση ενδονάρθηκα (stent) Β. Χειρουργική αντιμετώπιση (– bypass): ⎫ Ενδαρτηρεκτομή και τοποθετηση εμβαλώματος ⎫ Παράκαμψη της βλάβης με χρήση φλεβικού μοσχεύματος ή συνθετικού σωλήνα (bypass). Γ. Υβριδική αντιμετώπιση ⎫ Συνδιασμός και των δυο παραπάνω μεθόδων Η επιλογή της μεθόδου εξατομικεύεται ανάλογα με:
  • Την εντόπιση και έκταση της βλάβης
  • Την ηλικία και τη γενική κατάσταση του ασθενούς
  • Την ύπαρξη συνοδών παθήσεων

Ποιες είναι οι συχνότερες επιπλοκές της ενδαγγειακής θεραπείας;

  • Αποτυχία διάνοιξης της βλάβης ή πρώιμη επαναστένωση
  • Ρήξη του αγγείου κατά την αγγειοπλαστική
  • Εμβολισμός σε περιφερικές αρτηρίες
  • Αιμάτωμα ή ψευδοανεύρυσμα στη θέση παρακέντησης
  • Νεφρική δυσλειτουργία από σκιαγραφικό
  • Επιπλοκές από stent (θρόμβωση, μετατόπιση)
  • Ανάγκη για επανεπέμβαση (reintervention)

Ποιες είναι οι συχνότερες επιπλοκές της ανοικτής αποκατάστασης;

  • Θρόμβωση του μοσχεύματος (ιδίως σε distal bypasses)
  • Λοίμωξη του τραύματος ή του μοσχεύματος (graft infection)
  • Αιμορραγία ή αιμάτωμα
  • Λεμφορροή ή οίδημα στο σκέλος
  • Νευρικές διαταραχές (π.χ. αιμωδία, αισθητική διαταραχή)
  • Μετεγχειρητική καρδιακή επιπλοκή σε ευπαθείς ασθενείς
  • Αναστομωτικό ψευδοανεύρυσμα σε βάθος χρόνου
  • Παρατεταμένη ανάρρωση (ειδικά σε ηλικιωμένους)

Ποιες είναι οι διαφορές σε επιπλοκές μεταξύ των δύο μεθόδων;

Πώς προλαμβάνονται οι επιπλοκές;

  • Ακριβής προεγχειρητικός σχεδιασμός και αγγειογραφικός έλεγχος
  • Εμπειρία της αγγειοχειρουργικής ομάδας
  • Αντιαιμοπεταλιακή αγωγή και έλεγχος σακχάρου/λιπιδίων
  • Τακτική παρακολούθηση μετά την επέμβαση
  • Υπερηχογραφικός ή αγγειογραφικός επανέλεγχος ανά 6–12 μήνες

Ποιοι ασθενείς επωφελούνται περισσότερο από κάθε μέθοδο;

Ενδαγγειακή αποκατάσταση προτιμάται σε:

  • Ηλικιωμένους ή πολυνοσηρούντες ασθενείς
  • Στενώσεις μέτριας έκτασης (TASC A–B)
  • Ανατομία κατάλληλη για αγγειοπλαστική

Ανοικτή αποκατάσταση προτιμάται σε:

  • Νεότερους με μεγάλη ισχαιμία και προσδόκιμο ζωής
  • Εκτεταμένες αποφράξεις (TASC C–D)
  • Αποτυχία προηγούμενης ενδαγγειακής προσέγγισης

Η τελική απόφαση λαμβάνεται από τον αγγειοχειρουργό σε συνεργασία με τον ασθενή.

Ποια είναι η πρόγνωση;

Η πορεία της ΠΑΝ εξαρτάται από τη συμμόρφωση στη θεραπεία και την επιτυχία ελέγχου των παραγόντων κινδύνου. Χωρίς έγκαιρη παρέμβαση, περίπου το 25% των ασθενών με προχωρημένη ισχαιμία οδηγούνται σε ακρωτηριασμό.
Με σύγχρονες τεχνικές και εξειδικευμένη αγγειοχειρουργική φροντίδα, η διατήρηση του άκρου και η βελτίωση της λειτουργικότητας είναι εφικτές.

Γιατί να επισκεφθείτε αγγειοχειρουργό;

➡ Αν νιώθετε πόνο στις γάμπες όταν περπατάτε

➡ Αν έχετε πληγές στα πόδια που δεν κλείνουν

➡ Αν είστε καπνιστής ή διαβητικός

➡ Αν έχετε ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου

Στο αγγειοχειρουργικό μας ιατρείο προσφέρουμε:
⎫ Εξειδικευμένο triplex αρτηριών κάτω άκρων
⎫ Εμπειρία σε αγγειοπλαστικές και χειρουργικές επεμβάσεις
⎫ Ολοκληρωμένο σχέδιο παρακολούθησης και φροντίδας του άκρου

Β. Αορτολαγόνια αποφρακτική νόσος

Τι είναι η αορτολαγόνια αποφρακτική νόσος;

Πρόκειται για στένωση ή πλήρη απόφραξη των αρτηριών που ξεκινούν από την κοιλιακή αορτή και επεκτείνονται προς τις λαγόνιες αρτηρίες, οι οποίες αιματώνουν τα κάτω άκρα. Η πάθηση οφείλεται κατά κύριο λόγο σε αθηροσκλήρυνση.

Ποια είναι τα συμπτώματα της νόσου;

Συχνά συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  • Πόνο στα πόδια κατά τη βάδιση (διαλείπουσα χωλότητα), ιδιαίτερα στους γλουτούς ή στους μηρούς
  • Ψυχρότητα ή μούδιασμα στα κάτω άκρα
  • Μειωμένοι ή απόντες σφυγμοί στις μηριαίες αρτηρίες
  • Στυτική δυσλειτουργία στους άνδρες (σε προχωρημένες περιπτώσεις)
    Σε σοβαρές μορφές, μπορεί να εκδηλωθεί με άλγος ηρεμίας ή ισχαιμικά έλκη.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση βασίζεται σε κλινική εξέταση και απεικονιστικό έλεγχο, όπως:

  • Triplex αρτηριών κάτω άκρων
  • Αξονική ή μαγνητική αγγειογραφία

Ποια είναι η θεραπεία της αορτολαγόνιας αποφρακτικής νόσου;

Η θεραπευτική προσέγγιση εξαρτάται από τη βαρύτητα των συμπτωμάτων και την έκταση της απόφραξης:

  • Συντηρητική αγωγή: αλλαγή τρόπου ζωής, διακοπή καπνίσματος, φαρμακευτική αγωγή για βελτίωση της κυκλοφορίας.
  • Ενδαγγειακή αντιμετώπιση: αγγειοπλαστική με ή χωρίς τοποθέτηση stent.
  • Χειρουργική αποκατάσταση: παρακαμπτήρια επέμβαση (bypass), συνήθως αορτομηριαία ή αορτοδιμηριαία.
  • Υβριδική αντιμετώπιση : συνδυασμός ενδαγγειακής και χειρουργικής αντιμετώπισής

Είναι ασφαλείς οι επεμβατικές θεραπείες;

Οι σύγχρονες ενδαγγειακές και χειρουργικές τεχνικές έχουν υψηλό ποσοστό επιτυχίας και αποκαθιστούν την αιμάτωση των κάτω άκρων. Η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου γίνεται εξατομικευμένα, με βάση τη γενική κατάσταση του ασθενούς και την ανατομία της βλάβης.

Τι μπορώ να κάνω για να προλάβω την επιδείνωση;

Η πρόληψη βασίζεται στον έλεγχο των παραγόντων κινδύνου:

  • Διακοπή καπνίσματος
  • Έλεγχος αρτηριακής πίεσης, σακχάρου και χοληστερόλης
  • Σωματική άσκηση (βάδισμα σε τακτική βάση)
  • Φαρμακευτική αγωγή όπου ενδείκνυται

Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο να εμφανίσουν αορτολαγόνια αποφρακτική νόσο;

Άτομα με τους εξής παράγοντες κινδύνου έχουν αυξημένες πιθανότητες:

  • Μακροχρόνιο κάπνισμα
  • Σακχαρώδης διαβήτης
  • Υπέρταση
  • Υπερλιπιδαιμία
  • Οικογενειακό ιστορικό αγγειακής νόσου
  • Έλλειψη σωματικής άσκησης

Πώς επηρεάζει η νόσος την καθημερινότητα;

Η περιορισμένη βάδιση και η δυσφορία μπορούν να μειώσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής. Με την κατάλληλη θεραπεία, οι περισσότεροι ασθενείς επανέρχονται σε φυσιολογική κινητικότητα και δραστηριότητα.

Ποια είναι η φυσική εξέλιξη της νόσου χωρίς θεραπεία;

Η νόσος είναι προοδευτική. Αρχικά προκαλεί ήπια συμπτώματα, αλλά χωρίς παρέμβαση μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικό περιορισμό της βάδισης, ισχαιμικό άλγος ηρεμίας ή ακόμα και απώλεια του σκέλους λόγω κρίσιμης ισχαιμίας.

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ ενδαγγειακής και χειρουργικής θεραπείας;

Η ενδαγγειακή θεραπεία (με stent ή αγγειοπλαστική) είναι λιγότερο επεμβατική, έχει ταχύτερη ανάρρωση, αλλά δεν είναι κατάλληλη για όλες τις περιπτώσεις. Η ανοικτή χειρουργική (bypass) προτιμάται όταν η απόφραξη είναι εκτεταμένη ή δεν είναι τεχνικά εφικτή η ενδαγγειακή προσέγγιση.

Πόσο διαρκεί η ανάρρωση μετά από ενδαγγειακή ή χειρουργική θεραπεία;

  • Ενδαγγειακή αγγειοπλαστική: η ανάρρωση είναι σύντομη, με έξοδο συχνά σε 24-48 ώρες.
  • Αορτομηριαίο bypass: απαιτείται νοσηλεία λίγων ημερών και πλήρης ανάρρωση σε 3–6 εβδομάδες, ανάλογα με τη γενική κατάσταση του ασθενούς.

Ποιες είναι οι επιπλοκές της ανοικτής αποκατάστασης;

  • Αιμορραγία
  • Καρδιακή επιπλοκή (π.χ. έμφραγμα, αρρυθμία)
  • Λοίμωξη του τραύματος ή του μοσχεύματος
  • Νεφρική δυσλειτουργία (λόγω ισχαιμίας ή χαμηλής πίεσης κατά την επέμβαση)
  • Θρόμβωση του μοσχεύματος
  • Αναστομωτικό ψευδοανεύρυσμα
  • Παροδικός ειλεός ή εντερική δυσκινησία
  • Σε σπάνιες περιπτώσεις: ισχαιμία νωτιαίου μυελού ή παραπληγία (ειδικά σε εκτεταμένη επέμβαση)

Ποιες είναι οι επιπλοκές της ενδαγγειακής αποκατάστασης;

  • Αποτυχία επαρκούς διάνοιξης (residual stenosis)
  • Θρόμβωση του stent
  • Embolization σε περιφερικά αγγεία
  • Διάτρηση αγγείου (αρτηριακή ρήξη)
  • Endoleak (σε περίπτωση κάλυψης ανευρύσματος)
  • Κάμψη ή μετατόπιση του stent
  • Αιμάτωμα ή ψευδοανεύρυσμα στο σημείο παρακέντησης
  • Νεφρική βλάβη από σκιαγραφικό
  • Μακροπρόθεσμα: restenosis ή επαναθρόμβωση, ιδίως χωρίς σωστή φαρμακευτική αγωγή

Ποια είναι η σύγκριση των δύο μεθόδων ως προς τις επιπλοκές;

ΠαράμετροςΑνοικτή ΑποκατάστασηΕνδαγγειακή Αποκατάσταση
Ενδονοσοκομειακή θνητότητα3–5%<1–2%
Καρδιοαναπνευστικές επιπλοκέςΣυχνότερεςΣπάνιες
Θρόμβωση/απόφραξη μοσχεύματος ή stent~5–10%~10–20% (ανάλογα με αγωγή)
Ανάγκη επανεπέμβασης (5 έτη)ΣπάνιαΣυχνότερη
ΛοίμωξηΠιθανή (τραύμα ή μόσχευμα)Σπάνια
Ανάρρωση7–10 ημέρες1–2 ημέρες

Πώς μειώνεται ο κίνδυνος επιπλοκών;

  • Καλή προεγχειρητική εκτίμηση (καρδιολογική – νεφρική – αναπνευστική)
  • Αντιαιμοπεταλιακή/αντιπηκτική αγωγή μετά την επέμβαση
  • Ακριβής τεχνική – εμπειρία αγγειοχειρουργικής ομάδας
  • Τακτική παρακολούθηση με Triplex/CT ανάλογα με τη μέθοδο

Η τελική απόφαση λαμβάνεται από τον αγγειοχειρουργό σε συνεργασία με τον ασθενή.

Θα χρειαστώ επανελέγχους μετά τη θεραπεία;

Ναι. Η παρακολούθηση είναι σημαντική για την έγκαιρη ανίχνευση πιθανής επαναστένωσης ή επιπλοκών. Ο αγγειοχειρουργός σας θα καθορίσει το χρονοδιάγραμμα, το οποίο συνήθως περιλαμβάνει τακτικούς υπερήχους (Triplex) και κλινική αξιολόγηση.

Μπορεί να επανεμφανιστεί η νόσος μετά τη θεραπεία;

Υπάρχει πιθανότητα υποτροπής, ιδιαίτερα εάν δεν αντιμετωπιστούν οι προδιαθεσικοί παράγοντες. Η σωστή παρακολούθηση, η συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή και η διακοπή του καπνίσματος μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο.

Πότε πρέπει να επισκεφθώ αγγειοχειρουργό;

Αν παρατηρείτε πόνο στα πόδια κατά τη βάδιση, αίσθημα κόπωσης ή ψυχρότητας στα κάτω άκρα ή μειωμένους σφυγμούς, είναι σημαντικό να αξιολογηθείτε έγκαιρα. Η πρώιμη διάγνωση οδηγεί σε αποτελεσματικότερη θεραπεία και μειωμένο κίνδυνο επιπλοκών.

Γ. Οξεία αρτηριακή ισχαιμία

Τι είναι η οξεία αρτηριακή ισχαιμία;

Η οξεία αρτηριακή ισχαιμία είναι μια ξαφνική διακοπή της αιματικής ροής σε μία αρτηρία των άκρων, συνήθως λόγω θρόμβου ή εμβόλου. Πρόκειται για επείγουσα ιατρική κατάσταση που απαιτεί άμεση διάγνωση και θεραπεία, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε νέκρωση ιστών ή ακρωτηριασμό.

Ποια είναι τα πιο συχνά αίτια;

Τα κυριότερα αίτια περιλαμβάνουν:

  • Εμβολή (συνήθως από την καρδιά, π.χ. σε κολπική μαρμαρυγή)
  • Θρόμβωση σε έδαφος ήδη στενωμένης αρτηρίας (λόγω αθηροσκλήρυνσης)
  • Αρτηριακό τραύμα ή διαχωρισμός
  • Επιπλοκές από ενδαγγειακές ή χειρουργικές επεμβάσεις

Ποια είναι τα συμπτώματα που πρέπει να μας ανησυχήσουν;

Η εμφάνιση συμπτωμάτων είναι αιφνίδια και μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Ξαφνικό έντονο πόνο στο άκρο
  • Ωχρότητα ή κυάνωση
  • Ψυχρότητα του άκρου
  • Μούδιασμα ή αισθητική διαταραχή
  • Αδυναμία κίνησης (παράλυση)
  • Απουσία σφύξεων στο πάσχον άκρο
    Η παρουσία αυτών των σημείων απαιτεί άμεση ιατρική αξιολόγηση.

Πώς γίνεται η διάγνωση της οξείας αρτηριακής ισχαιμίας;

Η διάγνωση είναι κατά κύριο λόγο κλινική. Ο αγγειοχειρουργός εκτιμά τις σφύξεις, τη θερμοκρασία και την αισθητικότητα-κινητικότητα του άκρου. Συμπληρωματικά, μπορεί να χρησιμοποιηθούν:

  • Triplex αρτηριών
  • Αξονική αγγειογραφία (CTA)
  • Ψηφιακή αγγειογραφία (σε επεμβατικό περιβάλλον)

Ποια είναι η θεραπεία της οξείας αρτηριακής ισχαιμίας;

Η θεραπεία εξαρτάται από τη διάρκεια και τη βαρύτητα της ισχαιμίας. Περιλαμβάνει:

  • Ενδαγγειακή αντιμετώπιση: αγγειοπλαστική με ή χωρίς τοποθέτηση stent.
  • Χειρουργική αποκατάσταση: παρακαμπτήρια επέμβαση (bypass), συνήθως αορτομηριαία ή αορτοδιμηριαία.
  • Υβριδική αντιμετώπιση : συνδυασμός ενδαγγειακής και χειρουργικής αντιμετώπισής
  • Παράλληλη αντιπηκτική αγωγή και υποστηρικτική φροντίδα

Πόσο κρίσιμος είναι ο χρόνος στην αντιμετώπιση;

Εξαιρετικά. Η βλάβη στους ιστούς ξεκινά μέσα σε λίγες ώρες χωρίς επαρκή αιμάτωση. Επέμβαση εντός 4–6 ωρών από την έναρξη των συμπτωμάτων μπορεί να σώσει το άκρο. Η καθυστέρηση αυξάνει τον κίνδυνο μόνιμης βλάβης ή και απώλειας του άκρου.

Ποια είναι η πρόγνωση;

Η πρόγνωση εξαρτάται από την ταχύτητα της διάγνωσης, το είδος της απόφραξης, την γενική κατάσταση του ασθενούς και την παρουσία υποκείμενης αγγειακής νόσου. Η έγκαιρη αποκατάσταση της ροής συνήθως οδηγεί σε πλήρη ανάρρωση.

Υπάρχει τρόπος πρόληψης της οξείας ισχαιμίας;

Η πρόληψη αφορά κυρίως τον έλεγχο των παραγόντων κινδύνου:

  • Αντιπηκτική αγωγή σε ασθενείς με παθολογία που μπορεί να προκαλέσει θρόμβο (π.χ κολπική μαρμαρυγή)
  • Έλεγχος σακχάρου, πίεσης και λιπιδίων
  • Διακοπή καπνίσματος
  • Αντιμετώπιση γνωστής αρτηριοπάθειας
  • Συστηματική ιατρική παρακολούθηση σε άτομα υψηλού κινδύνου

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ εμβολής και θρόμβωσης ως αίτια οξείας ισχαιμίας;

  • Η εμβολή προκαλείται από έναν θρόμβο ή άλλο υλικό που μεταφέρεται μέσω της κυκλοφορίας και αποφράσσει αιφνιδίως μια αρτηρία. Συνήθως προέρχεται από την καρδιά και εμφανίζεται σε ασθενείς χωρίς προϋπάρχουσα περιφερική αρτηριοπάθεια.
  • Η θρόμβωση συμβαίνει επί τόπου, συχνά σε ήδη στενωμένη αρτηρία λόγω αθηροσκλήρυνσης. Η ισχαιμία μπορεί να είναι βραδύτερης έναρξης και να αφορά ασθενείς με ιστορικό διαλείπουσας χωλότητας.

Ποιοι ασθενείς κινδυνεύουν περισσότερο να παρουσιάσουν οξεία αρτηριακή ισχαιμία;

  • Άτομα με κολπική μαρμαρυγή ή καρδιοπάθειες
  • Ασθενείς με γνωστή περιφερική αρτηριοπάθεια
  • Καπνιστές
  • Διαβητικοί
  • Άτομα με ιστορικό ενδαγγειακών επεμβάσεων
  • Όσοι έχουν προηγούμενη θρόμβωση ή θρομβοφιλία

Τι είναι η ταξινόμηση Rutherford και γιατί είναι σημαντική;

Η ταξινόμηση Rutherford χρησιμοποιείται για να αξιολογηθεί η σοβαρότητα της ισχαιμίας και να καθοδηγήσει τη θεραπεία. Διαχωρίζει την ισχαιμία σε:

  • Κατάσταση απειλητική για το άκρο (απαιτεί άμεση επέμβαση)
  • Οριακά βιώσιμο άκρο (επείγουσα αντιμετώπιση εντός λίγων ωρών)
  • Μη βιώσιμο άκρο (συνήθως οδηγεί σε ακρωτηριασμό)

Υπάρχει ρόλος για τη θρομβολυτική θεραπεία στην οξεία ισχαιμία;

Ναι, σε επιλεγμένους ασθενείς, κυρίως όταν η απόφραξη εντοπίζεται σε αρτηρίες μικρότερης διαμέτρου ή όταν η γενική κατάσταση δεν επιτρέπει άμεση χειρουργική επέμβαση. Η θρομβόλυση γίνεται με καθετήρα και χορήγηση φαρμάκου απευθείας στο σημείο της απόφραξης υπό παρακολούθηση.

Τι επιπλοκές μπορεί να προκύψουν μετά την αποκατάσταση της ροής;

Η επαναιμάτωση (σύνδρομο επαναιμάτωσης) μπορεί να προκαλέσει:

  • Σύνδρομο διαμερίσματος (compartment syndrome)
  • Οξεία νεφρική βλάβη λόγω μυοσφαιρινουρίας
  • Σοβαρές ηλεκτρολυτικές διαταραχές (οξέωση και υπερκαλιαιμία)
  • Συστηματική φλεγμονώδη αντίδραση (reperfusion injury)
    Απαιτείται προσεκτική παρακολούθηση και έγκαιρη αντιμετώπιση των επιπλοκών.

Τι γίνεται αν το άκρο δεν μπορεί να σωθεί;

Σε περιπτώσεις καθυστερημένης προσέλευσης ή μη βιώσιμου άκρου, η επείγουσα ακρωτηριαστική επέμβαση είναι αναπόφευκτη, με σκοπό τη διάσωση της ζωής και την αποφυγή συστηματικών επιπλοκών. Ακολουθεί προσπάθεια αποκατάστασης κινητικότητας με χρήση προθέσεων.

Ποιος είναι ο ρόλος του αγγειοχειρουργού στην οξεία ισχαιμία;

Ο αγγειοχειρουργός έχει καθοριστικό ρόλο τόσο στη διάγνωση, όσο και στην άμεση επαναιμάτωση του άκρου. Η εμπειρία του καθορίζει την επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου (χειρουργική ή ενδαγγειακή) με στόχο τη διατήρηση της λειτουργικότητας και τη μείωση των επιπλοκών.